ΕΛΛΑΣ, Η ΜΠΑΝΑΝΙΑ ΤΟΥ ΡΟΤΣΙΛΝΤ ΑΠΟ ΤΟ 1821. Η ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ ΠΟΥ ΔΗΜΙΟΥΡΓΗΣΕ ΙΔΙΑΙΤΕΡΟ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΟ ΣΩΜΑ, ΜΕ ΑΠΟΚΛΕΙΣΤΙΚΟ ΣΚΟΠΟ ΤΗΝ ΦΡΟΝΤΙΔΑ ΤΩΝ ΔΙΑΚΟΠΩΝ ΤΟΥ ΜΕΓΑΛΥΤΕΡΟΥ ΤΟΚΟΓΛΥΦΟΥ ΤΟΥ ΚΟΣΜΟΥ. Ο ΙΔΙΟΚΤΗΤΗΣ ΤΗΣ "ΕΘΝΙΚΗΣ" ΤΡΑΠΕΖΑΣ ΚΑΙ Ο ΜΟΝΙΜΩΣ ΔΑΝΕΙΟΔΟΤΩΝ ΤΟΥΣ "ΕΛΛΗΝΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΟΥΣ".
ΡΕΖΙΛΙΚΙ: ΑΓΓΛΟΣ Ο ΠΡΩΤΟΣ ΑΡΧΗΓΟΣ ΤΗΣ "ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΟΛΕΩΝ".
Το μεγάλο ρεζιλίκι για την χώρα του Μεγάλου Αλεξάνδρου: οι τρεις πρώτοι αρχηγοί της "Ελληνικής Αστυνομίας" ήταν άγγλοι και τους επέλεξε και τους τρεις ο ίδιος ο Ρότσιλντ. Στην φωτογραφία ο πρώτος αρχηγός της Αστυνομίας Πόλεων Sir F.L. Halliday. Το ρεζιλίκι εμφανιζόταν και στην ονομασία του νέου σώματος. Ο Ρότσιλντ δεν γνώριζε ελληνικά και πρότεινε την "Αστυνομία Πόλεων". Ναι, δύο φορές αστυνομία, λες και η σκέτη λέξη αστυνομία δεν εμπεριέχει τον νόμο του άστεως. Οι ιθαγενείς το δέχτηκαν, μαζί και οι μορφωμένοι, τρομάρα τους. Πού σθένος να πάνε κόντρα στις επιθυμίες του Ρότσιλντ.
Στα 1918 ο τότε Πρωθυπουργός της Ελλάδας Ελ. Βενιζέλος, αφού "άκουσε" την γνώμη του Ρότσιλντ, αποφάσισε να ιδρύσει μια νέα Αστυνομία, σε συγκεκριμένες πόλεις που επισκεπτόταν ο αφανής ιδιοκτήτης της Χώρας, στο πρότυπο της Μητροπολιτικής Αστυνομίας του Λονδίνου, γιατί όταν ο Ρότσιλντ επισκεπτόταν τους ιθαγενείς δεν μπορούσε να βλέπει να τον φυλάγουν οι αγροίκοι και χωριάτες άνδρες της τότε Χωροφυλακής. Ήθελε ένα ιδιαίτερο δικό του αστυνομικό σώμα, που να μοιάζει με την πατρίδα του στο Λονδίνο.
Έτσι , με το άρθρο 72 του νόμου 1370/1918 "περί οργανισμού του Σώματος της Χωροφυλακής " οριζόταν ότι: " Εν ταις πόλεσιν Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης, Πατρών και Κερκύρας, θέλει συσταθή ιδία υπηρεσία Αστυνομίας διά τα κυρίως αστυνομικά έργα, κατά τα δι΄ειδικού νόμου ορισθησόμενα".
Στα πλαίσια του σχεδιασμού αυτού η "ελληνική κυβέρνηση" με το ν.1787/1919, ζήτησε από τον Ρότσιλντ την βοήθεια μιας Οργανωτικής Αστυνομικής Αποστολής με σκοπό να μελετήσει και να αναλάβει την οργάνωση του Νέου Αστυνομικού Σώματος.
Επικεφαλής της Αποστολής αυτής ήταν ο ο Σερ Φρειδερίκος Χαλλίντεϋ. Τον πλαισίωσαν αξιωματικοί όπως οι Σλόμαν, Κουγκ, Χιλ, Μπούμπιερ και Τ. Ριντ.
Στα 1920 ύστερα από εισήγηση του Υπουργού των Εσωτερικών Κ .Ρακτιβάν δημοσιεύτηκε ο νόμος ν.2461 με τον οποίο ιδρυόταν η "Αστυνομία Πόλεων " για τις πόλεις Αθηνών , Πειραιώς, Πατρών, Κερκύρας και Θεσσαλονίκης. Ο νόμος δημοσιεύτηκε στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της 5 Αυγούστου 1920.
Τελικά ο Ρότσιλντ είπε όχι στην ίδρυση τμήματος Αστυνομίας στην Θεσσαλονίκη. Ήθελε αστυνομία μόνο στην γραμμή των διακοπών του: Κέρκυρα, Πάτρα, Πειραιάς, Αθήνα.
Διακριτικά των χρωμάτων της Αστυνομίας Πόλεων ήταν:
Αθήνα → Πράσινο
Πάτρα → Πορτοκαλί
Κέρκυρα → Κυανό
Πάτρα → Πορτοκαλί
Κέρκυρα → Κυανό
Αστυνομία Τουρισμού του Ρότσιλντ → Λευκό σ΄όλες τις πόλεις.
ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΠΡΩΤΟΙ ΑΡΧΗΓΟΙ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΟΛΕΩΝ ΗΤΑΝ ΑΓΓΛΟΙ (ΚΑΙ ΠΡΟΦΑΝΩΣ ΜΑΣΟΝΟΙ).
Αποστολή τους να δίνουν πλήρη αναφορά στον Ρότσιλντ για τα τεκταινόμενα στην υποτελή χώρα.
Σερ Φρέντερικ Λόχ Χάλιντεϊ (Frederich Lolh Halliday, 1920 - 1929). Ιδρυτής και πρώτος αρχηγός. Ήλθε στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 1918. Ήταν αρχηγός μέχρι τον Ιούνιο του 1929.
Σέρ Άλφρέδος Μπούμπιερ (1929). Υπήρξε αρχηγός για λίγους μήνες μετά την αποχώρηση του Χάλιντεϊ, από τον Ιούνιο 1929 έως τον Σεπτέμβριο του 1929.
Σερ Τζάβιν Κόκ (Jiakint J. Coke, 1929 - 1930). Ήταν ανώτερος αξιωματικός του Αγγλικού Στρατού. Αρχηγός της αστυνομίας ήταν από τον Σεπτέμβριο του 1929 έως τον Ιούλιο του 1930.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Η Αστυνομία Πόλεων ήταν ένα σώμα που εκτελούσε τα αστυνομικά καθήκοντα σε ορισμένες από τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 1920 και το 1984 συγχωνεύθηκε με την Ελληνική Χωροφυλακή στη σύγχρονη Ελληνική Αστυνομία.
Τον Ιούλιο του 1920, βάσει του Νόμου 1370/1918 του Ελευθερίου Βενιζέλου: "Εν ταις πόλεσιν Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης, Πατρών και Κερκύρας, θέλει συσταθεί ιδία Υπηρεσία Αστυνομίας δια τα κυρίως αστυνομικά έργα...".
Η πρώτη πόλη που απέκτησε Αστυνομία Πόλεων ήταν η Κέρκυρα το 1921 (στην Κέρκυρα ήταν εγκατεστημένες για πολλά χρόνια και οι Σχολές της Αστυνομίας Πόλεων). Ακολούθως, η Πάτρα (1922), ο Πειραιάς (1923) και η Αθήνα (1925). Στη Θεσσαλονίκη, τελικά, δεν εγκαταστάθηκε η Αστυνομία και, λόγω της εγγύτητάς της στα σύνορα, (αλλά και της έντονης αντίδρασης της υπερσυντηρητικής τότε Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης) αποφασίστηκε να παραμείνει η Χωροφυλακή με τη στρατιωτική οργάνωση.
Σέρ Άλφρέδος Μπούμπιερ (1929). Υπήρξε αρχηγός για λίγους μήνες μετά την αποχώρηση του Χάλιντεϊ, από τον Ιούνιο 1929 έως τον Σεπτέμβριο του 1929.
Σερ Τζάβιν Κόκ (Jiakint J. Coke, 1929 - 1930). Ήταν ανώτερος αξιωματικός του Αγγλικού Στρατού. Αρχηγός της αστυνομίας ήταν από τον Σεπτέμβριο του 1929 έως τον Ιούλιο του 1930.
ΑΠΟ ΤΗΝ ΒΙΚΙΠΑΙΔΕΙΑ
Η Αστυνομία Πόλεων ήταν ένα σώμα που εκτελούσε τα αστυνομικά καθήκοντα σε ορισμένες από τις μεγάλες πόλεις της Ελλάδας. Ιδρύθηκε το 1920 και το 1984 συγχωνεύθηκε με την Ελληνική Χωροφυλακή στη σύγχρονη Ελληνική Αστυνομία.
Τον Ιούλιο του 1920, βάσει του Νόμου 1370/1918 του Ελευθερίου Βενιζέλου: "Εν ταις πόλεσιν Αθηνών, Πειραιώς, Θεσσαλονίκης, Πατρών και Κερκύρας, θέλει συσταθεί ιδία Υπηρεσία Αστυνομίας δια τα κυρίως αστυνομικά έργα...".
Η πρώτη πόλη που απέκτησε Αστυνομία Πόλεων ήταν η Κέρκυρα το 1921 (στην Κέρκυρα ήταν εγκατεστημένες για πολλά χρόνια και οι Σχολές της Αστυνομίας Πόλεων). Ακολούθως, η Πάτρα (1922), ο Πειραιάς (1923) και η Αθήνα (1925). Στη Θεσσαλονίκη, τελικά, δεν εγκαταστάθηκε η Αστυνομία και, λόγω της εγγύτητάς της στα σύνορα, (αλλά και της έντονης αντίδρασης της υπερσυντηρητικής τότε Χωροφυλακής Θεσσαλονίκης) αποφασίστηκε να παραμείνει η Χωροφυλακή με τη στρατιωτική οργάνωση.
Η Αστυνομία Πόλεων ήταν ένα σώμα 10-12 χιλιάδων ατόμων, σαφώς μικρότερο της Χωροφυλακής, με αποστολή την αστυνόμευση των πόλεων της Αθήνας, του Πειραιά, της Πάτρας και της Κέρκυρας. Τα προάστια της Αθήνας, του Πειραιά, της Πάτρας, το νησί της Κέρκυρας εκτός από την πόλη, η πόλη της Θεσσαλονίκης και όλη η υπόλοιπη ελληνική επικράτεια τελούσαν υπό την ευθύνη της Ελληνικής Χωροφυλακής, καθώς επίσης τα Δικαστικά Μέγαρα, η Βουλή, τα Ανάκτορα και η ασφάλεια υψηλών προσώπων σε όλη την επικράτεια. Τα δυο Σώματα ήταν αυτόνομα, είχαν τον δικό τους αρχηγό και υπάγονταν στο Υπουργείο Δημόσιας Τάξης. Μόνο σε εξαιρετικά σοβαρές περιπτώσεις, υπήρχε συνεργασία των δύο Σωμάτων.
Η ιστορία της Αστυνομίας Πόλεων άρχισε στην Κέρκυρα, στην βίλα του Ρότσιλντ.
Η Κέρκυρα υπήρξε η πρώτη πόλη στην οποία συγκροτήθηκε η Αστυνομία Πόλεων (1921) και για πολλά χρόνια ήταν εγκατεστημένες και όλες οι σχολές της Αστυνομίας.
Η ΠΡΩΤΗ ΣΧΟΛΗ ΑΣΤΥΝΟΜΙΚΩΝ ΣΤΗΝ ΚΕΡΚΥΡΑ
Το κτίριο της πρώτης Αστυνομικής Σχολής της Κέρκυρας το επέλεξε ο Σερ Χαλλιντέι. Ήταν κτισμένο στο Νέο Ενετικό Φρούριο, το οποίο ήταν επιβλητικό, ευρύχωρο και εξαιρετικά κατάλληλο για Σχολή.
Οι οργανωτές το επέλεξαν γιατί είχαν κατά νου να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον που να βοηθάει τους εκπαιδευόμενους στην διαμόρφωση της ευσυνείδητης πειθαρχίας και του συναδελφικού και φιλικού πνεύματος προς τον πολίτη. Θεώρησαν λοιπόν ότι το οίκημα αυτό ήταν το πλέον κατάλληλο για το νέο αστυνομικό σώμα που ήθελαν να δημιουργήσουν.
Οι οργανωτές το επέλεξαν γιατί είχαν κατά νου να δημιουργήσουν ένα περιβάλλον που να βοηθάει τους εκπαιδευόμενους στην διαμόρφωση της ευσυνείδητης πειθαρχίας και του συναδελφικού και φιλικού πνεύματος προς τον πολίτη. Θεώρησαν λοιπόν ότι το οίκημα αυτό ήταν το πλέον κατάλληλο για το νέο αστυνομικό σώμα που ήθελαν να δημιουργήσουν.
Η Σχολή περιελάμβανε τρείς τάξεις εκπαιδευόμενων. Των Υπαστυνόμων, των Αρχιφυλάκων και των Αστυφυλάκων.
Η Σχολή λειτούργησε τον Μάρτιο του 1921. Πρώτος Διευθυντής της Σχολής ήταν ο Σλόμαν, μέλος της Αγγλικής Οργανωτικής Αποστολής.
Συνολικά στην Σχολή φοιτούσαν 200 άτομα εκ των οποίων 20 ήταν Δόκιμοι Υπαστυνόμοι, 60 Δόκιμοι Αρχιφύλακες και οι υπόλοιποι Δόκιμοι Αστυφύλακες.
Στο βιβλίο του ο Εμμανουήλ Βαρουχάκης, που ήταν από τους πρώτους μαθητές της Αστυνομικής Σχολής Κέρκυρας αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «κατά την εκπαίδευση οι Δόκιμοι έφεραν στρατιωτικό ιματισμό, μόνον κατά τις δύο εξόδους της εβδομάδος έφεραν στολήν Αστυνομικού, ήτοι χιτώνιο κλειστό, περισκελίδα βραχεία με δερμάτινες περικνημίδες και πηλίκιο. Οι περισκελίδες είχαν δύο τσέπες, έτσι κατά τις εξόδους πολλοί Δόκιμοι έβαζαν τα χέρια στις τσέπες.
Μια φωτογραφία όμως με Δόκιμο με τα δυο χέρια στις τσέπες έπεσε στα χέρια του Αρχηγού Χαλλιντέι, ο οποίος αφού αφαίρεσε το «κεφάλι», σε συγκέντρωση, την επέδειξε στους Δοκίμους να δουν, πόσο κακό θέαμα ήταν. Παρά όμως τις συστάσεις, το κακό συνεχιζόταν, έτσι με εντολή του Αρχηγού οι τσέπες ράφτηκαν.
Στο βιβλίο του ο Εμμανουήλ Βαρουχάκης, που ήταν από τους πρώτους μαθητές της Αστυνομικής Σχολής Κέρκυρας αναφέρει μεταξύ άλλων ότι «κατά την εκπαίδευση οι Δόκιμοι έφεραν στρατιωτικό ιματισμό, μόνον κατά τις δύο εξόδους της εβδομάδος έφεραν στολήν Αστυνομικού, ήτοι χιτώνιο κλειστό, περισκελίδα βραχεία με δερμάτινες περικνημίδες και πηλίκιο. Οι περισκελίδες είχαν δύο τσέπες, έτσι κατά τις εξόδους πολλοί Δόκιμοι έβαζαν τα χέρια στις τσέπες.
Μια φωτογραφία όμως με Δόκιμο με τα δυο χέρια στις τσέπες έπεσε στα χέρια του Αρχηγού Χαλλιντέι, ο οποίος αφού αφαίρεσε το «κεφάλι», σε συγκέντρωση, την επέδειξε στους Δοκίμους να δουν, πόσο κακό θέαμα ήταν. Παρά όμως τις συστάσεις, το κακό συνεχιζόταν, έτσι με εντολή του Αρχηγού οι τσέπες ράφτηκαν.
Ο Αρχηγός με δικά του έξοδα προμηθεύτηκε από τις φυλακές Κερκύρας, μπαστουνάκια 0,50 εκ. και τα εδώρησε σε όλους του Δοκίμους, έτσι ώστε, κατά τις εξόδους, έφεραν όλοι το μπαστουνάκι, και δεν περιέστρεφαν την αλυσίδα μεταξύ των δακτύλων των».
ΤΙ ΕΠΑΘΕ ΕΝΑΣ ΑΓΝΟΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΑΞΙΩΜΑΤΙΚΟΣ ΤΗΣ ΑΣΤΥΝΟΜΙΑΣ ΠΟΛΕΩΝ ΑΠΟ ΤΟΝ ΡΟΤΣΙΛΝΤ
Σπύρος Παξινός
Ο Σπύρος Παξινός (1895-1958) ήταν ανώτατος αξιωματικός της Αστυνομίας Πόλεων, υποδιευθυντής της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών και επικεφαλής της Υπηρεσίας Διώξεως Κομμουνισμού την περίοδο 1936-1941. Μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο εγκαταστάθηκε στο Πακιστάν, όπου και δολοφονήθηκε το 1958 υπό μυστηριώδεις συνθήκες.
O Σπύρος Παξινός γεννήθηκε το 1895 στην Κέρκυρα. Εισήχθη στην Χωροφυλακή το 1915 και έφτασε μέχρι το βαθμό του ανθυπομοίραρχου. Το 1929 μετετάγη με το βαθμό του Αστυνόμου Β' στην Αστυνομία Πόλεων και τοποθετήθηκε στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών. Ανέβηκε γρήγορα την ιεραρχία του Σώματος, φτάνοντας μέχρι τις ανώτατες θέσεις. Ήταν πολύγλωσσος, μιλούσε Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά.
Το 1935 έγινε υποδιοικητής της Γενικής Ασφάλειας Αθηνών και το 1936 επί δικτατορίας Μεταξά ο υφυπουργός Δημοσίας Ασφαλείας Μανιαδάκης τον έστειλε να εκπαιδευτεί στη γερμανική Γκεστάπο στη δίωξη του κομμουνισμού. Επέστρεψε το 1937 όπου τοποθετήθηκε επικεφαλής της Υπηρεσίας Διώξεως Κομμουνισμού με βοηθό του τον αστυνόμο Νικόλαο Χαραλαμπίδη και του νεοσυσταθέντος Κέντρου Αλλοδαπών, το οποίο ήταν υπηρεσία αντικατασκοπείας.
Ο Παξινός εφάρμοσε πολύ αποτελεσματικά τις μεθόδους της Γκεστάπο και επέτυχε την εξάρθρωση της καθοδήγησης του ΚΚΕ με τη σύλληψη κατά τα έτη 1938-39 πολλών ηγετικών στελεχών του κόμματος (Μαλτέζος, Νεφελούδης, Σκλάβαινας, Παρτσαλίδης, Σιάντος, Πλουμπίδης, Θέος, Σκαφίδας, Μιχελίδης, Δαμασκόπουλος κ.α). Επίσης πρωτοστάτησε στην προσπάθεια του Υφυπουργείου Ασφαλείας να υπογράψουν δήλωση μετανοίας και αποκήρυξης του κομμουνισμού φυλακισμένα ηγετικά στελέχη του ΚΚΕ και στη συνέχεια κάποια από αυτά να περάσουν στην υπηρεσία της Ασφάλειας, όπως ο Τυρίμος, ο Μανωλέας, ο Μύτλας κ.α.
Στα τέλη του 1939 μεθόδευσαν μαζί με τον Μανιαδάκη και τον Τυρίμο την ίδρυση της Προσωρινής Διοίκησης του ΚΚΕ (ΠΔ) ενός μηχανισμού με σκοπό τη διάβρωση της πραγματικής ηγεσίας του ΚΚΕ της λεγόμενης Παλιάς Κεντρικής Επιτροπής (ΠΚΕ). Η ΠΔ που εξέδιδε και δικό της ασφαλίτικο Ριζοσπάστη ήρθε σε έντονη αντιπαράθεση με την ΠΚΕ, κατηγορώντας η μια την άλλη για χαφιεδισμό. Μέσα σε αυτό το κλίμα τα στελέχη και μέλη του ΚΚΕ βρέθηκαν σε πρωτοφανή σύγχυση. Η ΠΔ κατάφερε να επηρεάσει πολλά φυλακισμένα καθοδηγητικά στελέχη του ΚΚΕ, ακόμα και τον ίδιο το Νίκο Ζαχαριάδη, ο οποίος δεν υποψιαζόταν το ρόλο της, αλλά αντ' αυτού υποψιαζόταν την καθαρή ΠΚΕ.
Για τη δράση του στον αντικομμουνιστικό αγώνα ο Παξινός τιμήθηκε από τον Μεταξά και τον Μανιαδάκη.
Το 1940 έγραψε το βιβλίο "Έγκλημα - Κοινωνία - Αστυνομία" (με υπότιτλο "Βλέπε, άκουε, σιώπα") που κυκλοφόρησε από τον εκδοτικό οίκο Σαλίβερου.
Τον Μάιο του 1941 ο Παξινός ακολούθησε τη βασιλική κυβέρνηση στο Κάιρο.
Το 1942 κατά τη διάρκεια δεξίωσης της Αγγλικής πρεσβείας, εκμυστηρεύτηκε σε Άγγλο διπλωμάτη την επιθυμία του να γράψει ένα βιβλίο που θα απεκάλυπτε τα πάντα γύρω από τον θάνατο του Ι. Μεταξά και το οποίο θα εξέδιδε μετά τον πόλεμο. Την επόμενη μέρα τον συνέλαβαν οι Άγγλοι και μεταφέρθηκε στις Συριακές φυλακές στο Άκρον, ως πράκτορας των Γερμανών.
Λίγο πριν το τέλος του πολέμου μεταφέρθηκε σε φυλακές στην Ινδία.
Όταν αποφυλακίστηκε δεν επέστρεψε στην Ελλάδα, αλλά εγκαταστάθηκε στο Καράτσι του Πακιστάν άνοιξε δικό του γραφείο και ασκούσε το επάγγελμα του ναυλομεσίτη. Επίσης διετέλεσε για ένα διάστημα πρόξενος της Ελλάδας στο Πακιστάν.
Στις 24 Νοεμβρίου 1958 δολοφονήθηκε στο Καράτσι υπό μυστηριώδεις συνθήκες. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα και ενταφιάστηκε στο 1ο Νεκραταφείο Αθηνών στις 11 Δεκεμβρίου 1958.
Ο Παξινός ήταν παντρεμένος, η γυναίκα του ονομαζόταν Ιουλία (Τζούλια) χωρίς να αποκτήσει παιδιά. Τον Απρίλιο του 1939 η σύζυγος του Παξινού ήταν η κουμπάρα στον γάμο του κρατούμενου στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών στελέχους του ΚΚΕ Κώστα Θέου και νονά του γιού του, ώστε το παιδί να μπορέσει να αποκτήσει όνομα και να δηλωθεί στο ληξιαρχείο για να φοιτήσει στο σχολείο. Επίσης είχε δύο αδελφές, την Μαρία -σύζυγο Σκιαδόπουλου- και την Κωνσταντίνα -σύζυγο Αρβανιτάκη- από τις οποίες απέκτησε ανήψια.
Όταν αποφυλακίστηκε δεν επέστρεψε στην Ελλάδα, αλλά εγκαταστάθηκε στο Καράτσι του Πακιστάν άνοιξε δικό του γραφείο και ασκούσε το επάγγελμα του ναυλομεσίτη. Επίσης διετέλεσε για ένα διάστημα πρόξενος της Ελλάδας στο Πακιστάν.
Στις 24 Νοεμβρίου 1958 δολοφονήθηκε στο Καράτσι υπό μυστηριώδεις συνθήκες. Η σορός του μεταφέρθηκε στην Αθήνα και ενταφιάστηκε στο 1ο Νεκραταφείο Αθηνών στις 11 Δεκεμβρίου 1958.
Ο Παξινός ήταν παντρεμένος, η γυναίκα του ονομαζόταν Ιουλία (Τζούλια) χωρίς να αποκτήσει παιδιά. Τον Απρίλιο του 1939 η σύζυγος του Παξινού ήταν η κουμπάρα στον γάμο του κρατούμενου στη Γενική Ασφάλεια Αθηνών στελέχους του ΚΚΕ Κώστα Θέου και νονά του γιού του, ώστε το παιδί να μπορέσει να αποκτήσει όνομα και να δηλωθεί στο ληξιαρχείο για να φοιτήσει στο σχολείο. Επίσης είχε δύο αδελφές, την Μαρία -σύζυγο Σκιαδόπουλου- και την Κωνσταντίνα -σύζυγο Αρβανιτάκη- από τις οποίες απέκτησε ανήψια.
ΖΗΝΩΝ ΠΑΠΑΖΑΧΟΣ